21 Νοε 2008

Νεοκλασικισμός στην Αθήνα και τα απόνερα της Ιστορίας

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τους διαρκώς μποτιλιαρισμένους δρόμους της Αθήνας – και στοιχειώνει τις ολοένα και πιο άσχημες πλατείες της. Το παρελθόν, το οποίο ως γνωστόν επαναλαμβάνεται, αλλά μόνον ως φάρσα, μας καταδιώκει μέσα από τις μορφές αρχαίων προγόνων και δήθεν κλασικότροπων γλυπτών που ξεφυτρώνουν εδώ κι εκεί.

Αν οι Βαυαροί τον 19ο αιώνα είδαν την Αθήνα ως τον κλασικό τόπο όπου χτυπούσε η καρδιά του «προτύπου βασιλείου» για τη δημιουργία του οποίου εργάζονταν, εμείς, οι νεοέλληνες διάδοχοί τους στη διαχείριση της κλασικής (μας) κληρονομιάς, προσπαθούμε να αναβιώσουμε το παρελθόν, αναβιώνοντας ουσιαστικά το δικό τους όραμα.

Κι αν η σύγχρονη Αθήνα δεν είναι Ρώμη, όπου επιβίωσαν λείψανα της κλασικής αρχαιότητας ανενόχλητα (ή σχεδόν) στους δρόμους μέχρι σήμερα, στην Αθήνα μπορούμε να προσποιηθούμε ότι κι εδώ έτσι έχουν τα πράγματα. Κι έτσι, να σου ο Θησέας να λοξοκοιτά προς το … Θησείο, διαιωνίζοντας την παλιά εκείνη παρεξήγηση (είπαμε, αναβιώνουμε μόλις τις αρχές της νεωτερικότητας, θα φτάσουμε κάποτε και στο σήμερα).
















Και να και ο Περικλής, άλλοτε στις φυλλωσιές έξω από το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων στην Ακαδημίας, τώρα όμως, πλέον περίβλεπτος, αφού … «ετοποθετήθη» δίπλα στο Δημαρχιακό Μέγαρο, ώστε να επιτυγχάνονται και οι κατάλληλοι συνειρμοί με τους νυν ενοίκους του.



Σ’ ένα άλλο πεζοδρόμιο, οι τρεις τραγικοί μοιάζουν να απορούν με τη μοίρα που τους επεφύλαξε η υστεροφημία τους – κάποτε τους θυμάμαι αλλού, στην πλατεία Κοτζιά, με τρεις ιστορικούς (Ηρόδοτο, Θουκυδίδη και … Πλούταρχο) απέναντί τους. Έκτοτε, τα ίχνη των τελευταίων αγνοούνται, ίσως κάποιος αναγνώστης με διαφωτίσει επ’ αυτών…


Όσο για την πλατεία Κοτζιά, αλλά και τις άλλες πλατείες της Αθήνας, και τις κεντρικές της λεωφόρους, αυτές κοσμούνται (τα τελευταία δέκα – δεκαπέντε χρόνια) με … νεο-παλιούς φανοστάτες και άλλα παρόμοια στοιχεία έτσι ώστε να καμωνόμαστε ότι είμαστε κι εμείς από … νεοκλασικό τζάκι, σαν το Μόναχο ή τη Βιέννη.

Λίγοι θυμούνται σήμερα πως η νεοκλασική αισθητική, τον ενδεχόμενο χαμό της οποίας πολλοί ταυτίζουν με ... το τέλος του ελληνισμού αποτελεί προϊόν εισαγωγής στην Ελλάδα μόλις τον 19ο αιώνα, και δημιούργημα διανοουμένων και καλλιτεχνών της Δύσης που βρήκαν έτσι τον κατάλληλο τρόπο να αποικιοποιήσουν το κλασικό παρελθόν (επάνω, η κλασική Αθήνα κατά τον Leo von Klenze).

Χαμένη στην ομίχλη του κλασικού παρελθόντος της (επάνω η Αθήνα του Περικλή κατά Charles Cockerell) η πόλη αποτελούσε το σαγηνευτικό πρότυπο για το ταπεινό της παρόν και το πολλά υποσχόμενο μέλλον της το οποίο πολλοί οραματίστηκαν - αλλά μόνον λίγοι (εμείς οι νεοέλληνες) βιώνουν:

(Πάντως ομίχλη υπάρχει ακόμη αρκετή).

Πρόσφατα, η αγωνία για την αναβίωση του κλασικού παρελθόντος (μέσω της νεοκλασικής αποικιοποίησής του) επανήλθε δριμύτερη. Γιατί όμως; Τι μας προσφέρει αυτή η απεγνωσμένη αναβίωση του κλασικού παρελθόντος στη νεοκλασική εκδοχή του; Προς τι μια τόσο χοντροκομμένη επινόηση της παράδοσης; Τι θα σκεφτόταν ένας κλασικός Αθηναίος βλέποντας τον Περικλή ως τροχονόμο στο πλάι της οδού Αθηνάς;

Και δεν θα τον τρόμαζε η θέα μιας επιτύμβιας στήλης μασκαρεμένης σε κρήνη;